φορτίζει

φορτίζει
φορτίζω
load
pres ind mp 2nd sg
φορτίζω
load
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αναδίπλωση — (Λογ.).Ρητορικό σχήμα σύμφωνα με το οποίο μια περίοδος ή πρόταση αρχίζει με την ίδια λέξη ή φράση, στην οποία τελειώνει η αμέσως προηγούμενή της. Το σχήμα αυτό χρησιμοποιείται κυρίως από τους τραγικούς ποιητές και από τους ρήτορες, επειδή… …   Dictionary of Greek

  • φορτίζω — ΝΜΑ [φορτίς, ίδος] νεοελλ. 1. (σχετικά με μπαταρία) ενισχύω το ηλεκτρικό φορτίο, γεμίζω 2. μτφ. προσδίδω ιδιαίτερο βάρος, ένταση, σημασία (α. «η αναφορά στο θέμα τών αγνοουμένων φόρτισε την ατμόσφαιρα» β. «φορτίζει τις φράσεις με έντονο πάθος»)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”